Τετάρτη 17 Δεκεμβρίου 2014

Γιώργος Σύρρος "Περιμένοντας το ποδήλατο - Τα χέρια"


Για σένα τα χέρια αυτά που κρατήσανε με την ίδια αφοσίωση και τρυφερότητα το μολύβι και το σκεπάρνι,
τα χέρια αυτά που νοτίσανε καπνό από πολλές ξάγρυπνες νύχτες
και ιδρώτα που σκουπίστηκε φιλότιμα από κάπως λιγότερες μέρες μόχθου.

Τα χέρια αυτά που αγρίεψε και πλήγιασε ο χειμώνας
για να τα γιατρέψει έπειτα το καλοκαίρι και να τα ζεστάνει.
Τα χέρια αυτά που καήκανε και μαυρίσανε
όταν κάποτε τα κράτησα πολύ κοντά στη φωτιά
αλλά τα ξέπλυνε στοργικά η βροχή και λάμψανε ολοκαίνουρια.

Και αν διακρίνεις κάποιο ίχνος αρώματος,
μην αποτραβηχτείς.
Είναι που κάποτε περάσανε μέσα από μαλλιά γυναικών
για ν’ αγγίξουν από πίσω τον ήλιο που φαινότανε τόσο κοντινός
και χαϊδέψανε χείλη και μάτια για να είναι έτοιμα για σένα.

Τα χέρια που κρατήσανε παιδικά παιχνίδια
και άλλα, λιγότερο ιερά πράγματα.
Και αν διατηρήσανε μι’ αρμύρα
ήταν από τη θάλασσα που τα βύθιζα για να πιάσω πέτρες και κοχύλια
και από τα δάκρυα των ανθρώπων που μάζευα για να μη βαραίνουν τα βλέφαρά τους.

Τα χέρια που ζήτησα πάντοτε να τα κρατήσω καθαρά
και δεν άφηνα παρά μονάχα τη σκόνη από τα κάστρα που έχτιζα στην άμμο
και τις πληγές από αγκάθια που μου μείνανε από παλιές εποχές 
τότε που μάζευα ακόμα τριαντάφυλλα
-ασχολία που σταμάτησα όταν είδα πως η αιμορραγία κράταγε για μέρες και χρόνια-.

Τα χέρια αυτά που ροζιάσανε από άγρια χάδια και πολυάριθμες σελίδες
μα ξαναγεννηθήκανε απαλά και ανθρώπινα
όταν σε κάποια απ’ αυτές έφερα για πρώτη φορά στον κόσμο τη μικρή μας Νεφέλη.

Για σένα τα χέρια αυτά που ψηλαφίσανε το σκοτάδι και μαραζώσανε
και ζωντάνεψαν λίγο πιο φωτεινά όταν γραπώθηκαν από τραγούδια και όνειρα για να βγούνε από την άβυσσο.

Ζήτησα να τα βουτήξω στο αίμα και το ζυμάρι,
μέσα στο χώμα και το νερό,
ν’ αγγίξω ό,τι ήτανε ζωή
έτσι ώστε όταν τα κρατήσεις μέσα στα δικά σου
και τα φέρεις κοντά σου να τα φιλήσεις,
να γευτείς και να μυρίσεις ολόκληρο τον κόσμο,
όπως τίμια τον μάζεψα στα δάχτυλά μου για να σου τον χαρίσω.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου