Σάββατο 30 Νοεμβρίου 2019

«Να ουρλιάξουμε ματώνοντας το λαιμό μας για όλα τα χαμένα βράδια μας. Να ουρλιάξουμε...»




Σίγουρα κάποτε, όπως όλοι μας, στάθηκες ένα βράδυ μέσα στην παιδικότητά σου, σκεφτικός παρά την εφηβική υπερένταση και ονειρεύτηκες το μέλλον. Πώς ήταν εκείνο το βράδυ; Μπορείς να το ανακαλέσεις στη μνήμη; Ποιες ήταν οι μύχιες εικόνες του, αυτά που θάρρεψες για σχεδόν προφητικά οράματα; Κάτι κράτησες από τότε, κάποια άφησες, ορισμένα θα εκπληρώθηκαν, άλλα θα διαψεύστηκαν ή θα έχασαν την αίγλη τους. Σκέφτηκες «Έτσι θα είναι η ζωή» ικανοποιημένος πρόωρα, οικτίροντας τους μυριάδες συμβιβασμούς που έκαναν τους τότε ενηλίκους να ζέχνουν. Και με αυτό σα γνώμονα άρχισες να επιλέγεις, αγνοώντας ακόμα ότι η επιλογή είναι η πρωταρχική φθορά και πτώση, αφού φέρουμε ήδη από τότε έτοιμο τον σπόρο του εφιάλτη.

-    -    -

Τώρα τα χρόνια πέρασαν. Δε θυμάσαι πολλά πράγματα πια.

-    -    -

Στέκεσαι σ’ ένα μπαρ, μ’ ένα ποτήρι που γεμίζει και αδειάζει αυτοβούλως, μαγικά. Δίπλα ένα άλλο που παραμένει μισοάδειο. Είπε ότι φεύγει - μπορείς να συμπληρώσεις το κενό των αιτιών και των δικαιολογιών κατά το δοκούν - και ότι τελείωσε. «Έτσι είναι η ζωή» στοχάζεσαι, ίσως η επόμενη να θέσει τέλος στον κύκλο των ματαιωμένων αποπειρών στο άδραγμα του ονείρου. Και σωπαίνεις στωικά.

Στέκεσαι στο κρεβάτι, στις 4 το πρωί, με τα μάτια ανοιχτά. Ένα χέρι πάνω σου βαρύ σε πνίγει, οιονεί ταφόπλακα. Γυρνάς, κοιτάς τη γυναίκα που της ανήκει. Για μια στιγμή νιώθεις μίσος. Προς εκείνη, για τα χρόνια που ίσως και να χαράμισες, για το μίζερο φιλί στο μάγουλο –και αυτό σπάνια πια, για το τετριμμένο σεξ κάθε Σάββατο, για το μωρό που στο άλλο δωμάτιο κλαίει και πρέπει να πας κοντά του ενώ σε 2 ώρες θα πρέπει να ξυπνήσεις πάλι. «Έτσι είναι η ζωή» αποφαίνεσαι οριστικά ενώ σηκώνεσαι με έναν αναστεναγμό, φορώντας τις παντόφλες σου μην κρυώσεις και έχεις και άλλες ιστορίες μετά. Και σωπαίνεις στωικά.

Στέκεσαι στο προσωπικό σου κάτεργο, νυχτώνει και ακόμα δουλεύεις γιατί η προθεσμία πρέπει να βγει, γιατί ο προϊστάμενος θέλει να δείξει νούμερα και κέρδη στην πλάτη σου, γιατί κάποιος είπε κάτι για ευέλικτα ωράρια εργασίας και τον επευφήμησαν όχι γιατί βρήκε μια βιώσιμη απάντηση για την αέναη ανάπτυξη αλλά γιατί βίασε τόσο υπέροχα τη γλώσσα και έθεσε τόσο εύγλωττα την εκμετάλλευση, γιατί δεν είσαι πλέον τόσο νέος και πού να βρεις αλλού δουλειά, γιατί, γιατί, γιατί. Στέκεσαι ενώ σε πονάει η μέση σου, το κεφάλι μουδιασμένο, αρνούμενο να έχει επίγνωση του παραλόγου του πού βρίσκεται, στέκεσαι γιατί αύριο θα πρέπει να πληρώσεις ενοίκιο, φόρους, δίδακτρα και ένα σωρό υποχρεώσεις που αμέλησες να συμπεριλάβεις στο όνειρο. Δουλεύεις άεργα, ανούσια και επαναπαύεσαι σκεπτόμενος «Έτσι είναι η ζωή». Και σωπαίνεις στωικά.

Στέκεσαι στον καναπέ σου, τσακισμένος από την κούραση ή την ανία, και η τηλεόραση σε όλες της τις εκδοχές τροφοδοτεί ακατάπαυστα την υπακοή και τον συστηματικό αφοπλισμό των αντανακλαστικών σου. Ανοίγει τα χέρια της, απλώνει την πραμάτεια της, φόνοι, βιασμοί, ληστείες, θάνατος, σκάνδαλα, διαφθορά, προπαγάνδα, σοκ, ευτελή θεάματα, πνιγμένα παιδιά, βασανιστήρια, εξαθλίωση, αποτυχημένες επαναστάσεις, χρέη, ανάπτυξη, εχθροί και διαφημίζει «Έτσι είναι η ζωή». Επαναλαμβάνεις μουρμουρίζοντας και σωπαίνεις στωικά.

-    -    -

«Να ουρλιάξουμε ματώνοντας το λαιμό μας για όλα τα χαμένα βράδια μας
Να ουρλιάξουμε...»

Για να τρομάξουμε αυτήν τη σιωπή, να την εκδιώξουμε, να δώσουμε φωνή στο θεϊκό και το κτηνώδες που αταβιστικά οσμίζονται μια ελευθερία, που ενστικτωδώς γνωρίζουν ότι ίσως και να μην είναι έτσι η ζωή.

*Ο τίτλος είναι από το τραγούδι του Γιώργου Τσίγκου "Τετραγωνισμένα φύλλα"


Παρασκευή 29 Νοεμβρίου 2019

Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Στίξις

Κάποτε
λέγαμε πως έχουμε να επιτελέσουμε ένα μεγάλο έργο
και τώρα
περιμένουμε να τελειώσουμε το ποτό μας
για να μπορέσουμε να κλείσουμε ήσυχα τα μάτια."
(Ενηλικίωση) Από τη νέα συλλογή του Γιώργου Σύρρου, ΑΠΟΧΡΩΣΗ, εκδόσεις Στίξις

Σάββατο 3 Αυγούστου 2019

14+1 βήματα για τη διαχείριση της ερωτικής εντροπίας


  1. Πιες. Πιες όχι για να την ξεχάσεις αλλά για να τη θυμηθείς. Για να ξανανιώσεις για τελευταία φορά, τι σημαίνει η ζάλη σ’ ένα στέρεο κόσμο. Και ύστερα πιες λίγο ή πολύ ακόμα για ν’ αναπληρώσεις τη θάλασσα εντός, για ν’ αρχίσεις να ξεχνάς.
  2. Κάπνισε. Κάπνισε όσο αντέχουν τα θνητά σου πνευμόνια. Κάνε το ένα τσιγάρο μετά το άλλο, να κρατάς τα χέρια απασχολημένα, τ’ άεργα πλέον δάχτυλα που δε θα την ξαναγγίξουν. Κάπνισε γιατί αυτό κάνουν οι άνθρωποι στις ταινίες, γιατί πρέπει να πάρεις παρηγοριά από την ταύτιση με το ανθρώπινο είδος, για να μη χαθείς στην αιφνίδια και εξαναγκαστική ιδιωτικότητά σου. Κάπνισε σαν τον Humphrey Bogart που μονολογούσε «I was born when she kissed me. I died when she left me. I lived for a few weeks while she loved me”.
  3. Γαμήσου. Μ΄ έναν άνθρωπο, με πολλούς, με τον εαυτό σου, πολλάκις, συστηματικά. Νιώσε στο πετσί σου τη σύγκριση, την αναπόφευκτη απογοήτευση. Μούδιασε τον πόνο σου στα κορμιά άλλων ανθρώπων που ενδεχομένως επιδιώκουν το ίδιο. Τρίψου στα σεντόνια, στα πατώματα, στα γεννητικά τους όργανα μέχρι ν’ απωλέσεις το δέρμα που φέρνει τα χνάρια της. Μα σταμάτα εγκαίρως προτού να πετρώσεις και δε νιώσεις τον καινούριο ερχομό στο φρεσκογεννημένο δέρμα σου.
  4. Σπάσε τον καθρέφτη σου. Πέρα από την απαραίτητη δραματικότητα, δε θα χρειαστεί επίσης ν’ αντικρίσεις ξανά το βλέμμα σου, το βλέμμα εκείνο που κρατούσες μοναχά για εκείνη και έχει μείνει τώρα στα μάτια σου χαραγμένο, αρνούμενο να εγκαταλείψει. Θα καταλήξεις να ερωτευτείς την αντανάκλαση αυτή γιατί θα σου τη θυμίζει. Οπότε σπάσε τον, κάλυψέ τον, κρύψε τον, κάπως ν’ απαλλάξεις τον εαυτό σου από την καθημερινή συνάντηση πάνω από το νιπτήρα.
  5. Φρόντισε να της έχεις πει τα πάντα. Πες της ό,τι θα της έλεγες τα επόμενα 10 χρόνια. Πες της για τελευταία φορά ό,τι της έχεις πει μέχρι τώρα. Μην αφήσεις τίποτα ανείπωτο. Μοιράσου τη λατρεία και την αγάπη, το σκατό και τον πόνο. Το ανείπωτο θα σε στοιχειώνει, είναι αγκίστρι και αφορμή που θα σε συνδέει για πάντα με τη στιγμή του χωρισμού. Φρόντισε να της επιστρέψεις όλα τα «αν» αλλιώς δε θα πορευτείς ποτέ πραγματικά ήσυχος. Και ύστερα, προς θεού μην το παραλείψεις αυτό, φίλησέ την τρυφερά και άγρια, φίλησέ την για όλες τις μέρες που θα έρθουν, για όλες τις φορές που δεν το έκανες –και πώς στάθηκες στ’ αλήθεια τόσο βλάκας και δεν το έκανες- και μόνο τότε άσε την να φύγει, δίχως άλλα λόγια, δίχως μεταμέλειες. Κοίταξέ την ν’ απομακρύνεται, νηφάλια, με δέος ενώπιον του μυστηρίου, όπως αυτό αποτυπώνεται στην πλάτη της και μόλις στρίψει στη γωνία,
  6. λύγισε. Νιώσε όλο το βάρος της συνειδητοποίησης, της απουσίας. Λύγισε και κλάψε, κλάψε μέχρι να μην αντέχεις άλλο. Αν είσαι πολύ σκληρός για να κλάψεις, ανακύκλωσε τα βήματα 1-3. Ό,τι σε βοηθάει.
  7. Άκου το τελευταίο live του Θάνου Ανεστόπουλου στο Παλλάς. Όλο. Μέχρι τέλους. Αν επιβιώσεις, το επόμενο πρωί θ’ αποφασίσεις να κλωτσήσεις τον πάτο της αβύσσου και ν’ αρχίσεις ν’ αναδύεσαι.
  8. Αν είσαι του έντεχνου, άκου τη «Σιωπή» για να θυμηθείς ότι αν ανέκαμψες στα 20 σου από την πρωταρχική απώλεια, μπορείς ν’ ανακάμψεις και απ’ αυτό. Και όταν περάσει αρκετός καιρός, άκου το «Παλιά πληγή» και κάνε τη δεύτερη επιλογή. Αν είσαι του μέταλ, άκου το «One for sorrow”. Μα ό,τι μουσική και αν ακούς, κάνε ένα πέρασμα από το «This mess were in” από PJ Harvey και Thom Yorke. Σε προειδοποιώ για το 2:50-3:15. 
  9. Διάβασε το Μικρό Πρίγκιπα για να λες ότι τουλάχιστον σου έμεινε το χρώμα του σταχυού. Διάβασε την «Ασκητική» του Καζαντζάκη για ν’ ανακτήσεις την πίστη σου στο ανθρώπινο είδος και για να οπλιστείς για τον επερχόμενο, μακρύ αγώνα. Διάβασε τ’ άπαντα του Λειβαδίτη για την αρχαιοελληνική κάθαρση και το «Μονόγραμμα» σα φόρο τιμής στον εφηβικό μας μελοδραματισμό.
  10. Μίλα γι’ αυτήν. Όπου βρεθείς και όπου σταθείς, αφηγήσου την. Μίλα γι’ αυτήν μέχρι να κουραστείς, μέχρι να κουραστούν οι άλλοι ν’ ακούν, μέχρι να ξορκίσεις τη θλίψη από τα λόγια σου. Ρίξε άπλετο φως στην ιστορία σας, βγάλε την από μέσα σου να μην κακοφορμίσεις. Άκου ύστερα τους ανθρώπους να σου λένε «Ξέχνα την.  Δεν άξιζε. Θα περάσει» και άλλες τέτοιες, τετριμμένες και άχρηστες νουθεσίες. Το ξέρεις καλά πόσο άξιζε και ότι δε θα την ξεχάσεις. Σεβάσου ωστόσο τη διαχρονική ιεροτελεστία, το τελετουργικό της παρηγοριάς. Η ίαση έρχεται από την παρουσία και όχι από τα λόγια των ανθρώπων. Συνέχισε μέχρι να γίνεις ανυπόφορος. Ιερό καθήκον των φίλων ν’ ακούν, θα ξεπληρώσεις το χρέος όταν έρθει η σειρά τους. Έτσι επιβιώνει η ανθρωπότητα αιώνες τώρα, από τότε που εδραιώθηκε η έννοια του ρομαντικού έρωτα.
  11. Αν μπορείς, δημιούργησε κάτι από τα συντρίμμια της. Μετουσίωσε την απώλεια σε τέχνη για να μετριάσεις την πικρή γεύση του μικρού θανάτου, για να έχεις τουλάχιστον την παρηγοριά ότι έμεινε κάτι πέρα από τη θύμησή της.
  12. Πήγαινε ένα ταξίδι. Πήγαινε κάπου που δεν έχεις ξαναπάει, σ’ ένα μέρος που δεν έχει αναμνήσεις. Θα νιώσεις τη θλίψη του καινούριου, με μια δυσφορία θα βιώσεις το αδιανόητο, πως υπάρχει ζωή και μετά. Θα την κουβαλάς φυσικά στη βαλίτσα σου αλλά θα είναι κάπως πιο ταπεινωμένη στη θέαση ενός κόσμου που δεν ανήκει πια.
  13. Μην πετάξεις τα κειμήλιά της. Τακτοποίησέ τα κάπου μ’ επιμέλεια, λησμόνησέ τα και όταν έρθει η ώρα –θα το καταλάβεις πότε- αναζήτησέ τα, γνώρισέ τα από την αρχή, θυμήσου, ανέτρεξε όλη τους την ιστορία και αν αυτό που έχει μείνει είναι ένα γλυκόπικρο μειδίαμα, δίχως άλλη τραγωδία, θυμό και αμφιβολία, προχώρα στο επόμενο βήμα.
  14. Τηλεφώνησέ της. Ρώτα την τι κάνει, αν είναι καλά. Μοιραστήκατε μια ιστορία μαζί, αφήσατε το στίγμα σας ο ένας στον άλλον. Την αγάπησες πολύ. Πάντα θα την αγαπάς. Το ίδιο και αυτή. Ενδεχομένως. Βγείτε για ένα καφέ. Πάρε την μι’ αγκαλιά. Φύγε εσύ αυτήν τη φορά. Όχι από μικροψυχία, απλά γιατί τώρα μπορείς. Αν όλα πήγαν καλά μέχρι εδώ, έχεις κάπου να πας και πάλι.
  15. Ή μην κάνεις τίποτα από τα παραπάνω. Τράβα βρες την, μπορεί να τα ξαναβρείτε. Ή μπορεί να ήταν η γυναίκα που θα σε κάνει όντως να πενθείς για πάντα, οπότε καλή τύχη. Όπως και να έχει, θα υπάρχεις και αύριο ενώ ο κόσμος θα συνεχίζει να βασίζεται στο χάος.
Ο πίνακας είναι του Edvard Munch, με τίτλο "Separation" (1896)

Σάββατο 13 Ιουλίου 2019

Κάποιος, κάπου, κάποτε


«2030. Έχεις οικογένεια, παιδιά, ένα σύζυγο, λεφτά και τυχαία περνάς από το συγκεκριμένο καρτοτηλέφωνο και σκέφτεσαι ότι εκείνος ο άντρας που του είπες όχι, ίσως να ήταν ο άντρας της ζωής σου. Άσε με ν’ αποδείξω ότι δεν είμαι ο άντρας της ζωής σου.»
Από την ταινία Φτηνά τσιγάρα



«Πρέπει να φύγω. Δε φταις εσύ. Δε φταίει κανένας στην πραγματικότητα. Αν είχαμε γνωριστεί κάποια άλλη στιγμή, ίσως να ήταν διαφορετικά τα πράγματα. Ξέρεις, απλά κακό timing» είπε σηκώνοντας τους ώμους. Του έσφιξε το χέρι και έφυγε μ’ ένα γλυκόπικρο χαμόγελο.
Ύστερα εκείνος απέμεινε μόνος με τα ερωτήματά του να τον βασανίζουν.
«Έχει ο έρωτας χρόνο;»
Πάνω από το ποτήρι πάσχιζε να δώσει μι’ απάντηση.
«Μα φυσικά» αναφώνησε σιωπηρά.
Ο έρωτας έχει μια στιγμή όπου διακυβεύεται καθ’ ολοκληρίαν, όπου τοποθετείται στο ζύγι και κρίνεται.
---
Το timing είναι η εκλογίκευση των δειλών και των εθελοτυφλούντων.
Είναι η άρνηση ενώπιον του διλήμματος του γκρεμού.
---
Δεν υπάρχουν περιστάσεις πέρα από τις συγκυρίες που μέσα από το χάος των ενδεχομένων τους έφεραν εδώ, σ’ αυτό το σημείο. Ο χρόνος, ο τόπος, έπαψαν όταν αγγίχτηκαν. Δεν υπήρχε άλλη πρόκληση, άλλη εχθρευόμενη δύναμη, άλλη αντιξοότητα πέρα από αυτήν που έφεραν οι ίδιοι.
Στο εδώ και τώρα, είχαν όλη την ευθύνη ν’ αποφασίσουν τη μοίρα τους. Και εκείνη μιλούσε για κάτι εξωτερικό, κάτι αόριστο και μακρινό.
Εκείνος αποχαιρετούσε ήδη παρελθόν, παρόν και αιωνιότητα, το ίδιο το δικαίωμα στη χρονικότητα.
«Εδώ και τώρα, αγαπημένη, αποφασίζουμε την τύχη μας» μονολογούσε πάνω από το ποτήρι.
«Εμείς καθαιρούμε θεό, συμβάσεις και χρόνο».
Εκείνη, καθαιρούσε στιγμή, πόθο και το ευγενές μετέωρο βήμα, ήσυχη, συμφιλιωμένη με το αγωνιώδες «τι θα γινόταν αν», γυρνώντας την πλάτη.

Ερωτικός συγχρονισμός έναντι ερωτικής ανοιχτότητας, με το ρίσκο να χαροπαλεύει μεταξύ τους. Το timing φτάνει μέχρι το σημείο της συνάντησης. Ύστερα, αναπαύεται εκπληρωμένο. Ύστερα, υπάρχει μονάχα το φοβάμαι, δεν αντέχω, δεν αξίζω, δε θέλω. Και το αφήγημα «Ένας άντρας κάπου, κάποτε, κάπως τον έλεγαν, δε θυμάμαι πια» πλανάται απειλητικά.